Subscribe to RSS feed

Τετάρτη 7 Μαΐου 2014

Αμνησία

"Θέλησα νὰ σοῦ γράψω γιὰ τὶς παλιές μας τὶς χαρὲς
ὅμως ἔχω ξεχάσει νὰ γράφω γιὰ πράγματα
χαρούμενα..."

Μίλτος Σαχτούρης

Τρίτη 25 Φεβρουαρίου 2014

Τάδε Έφη....



Αρκετά χρόνια πριν, προτού ακόμη αλλάξω δέρμα και μεταλλαχτώ σε αυτό που είμαι σήμερα, τότε που οι μέρες μας ήταν ανύποπτες, οι ώρες ξεγελούσαν τους ήλιους και οι νύχτες ήρεμες, χωρίς δράκους στα όνειρά μας, γέλια, άνθρωποι, ανοιχτές πλατείες, μεγάλη παραλία, κόλπος - θάλασσα, σχολείο, φροντιστήρια, εκμυστηρεύσεις, κουβέντες, αναπόφευκτη ντροπή, βροχή, σύννεφα, πεζοδρόμια, μία πόλη ολόκληρη σε διαρκή κίνηση μέσω ακινησίας, ένας ανύπαρκτος χρόνος τότε, άγνωστος -αμείλικτος τώρα – τότε, λοιπόν, γνώρισα την Έφη.

Εδώ θα μπορούσαν να πέσουν και υπότιτλοι για μια φιλία που εξελίχτηκε στο χρόνο, αποτυχίες, επιτυχίες, επιλογές, πανεπιστήμια, σχολές, νυφικά που αλλάξαν χέρια, γάμοι που έφτασαν στο “τετέλεσται”, μερικοί είχαν τελειώσει πριν κάν αρχίσουν, κυήσεις, γεννήσεις, καθημερινοί θάνατοι, δύσκολες αναστάσεις, επιβεβλημένες κρίσεις, βασανιστικές πικρίες, απελπισμένες δουλειές, σακατεμένες ευθύνες, ξανά επιλογές, ξανά από την αρχή, ταξίδια σε μεσοδιαστήματα, διαδρομές ελαττωματικές που επιδιορθώθηκαν όπως - όπως και με ό,τι είχε απομείνει, με όποια αυθαιρεσία μπορούσε να διορθωθεί, να αλλάξει και να λειτουργεί ξανά....

Οι ζωές μας έτρεχαν κατοστάρι και η μία προσπερνούσε την άλλη δίνοντας όλη την ενέργεια στη δική της διαδρομή, αψηφώντας μερικές φορές τη διαδρομή της άλλης, αγνοώντας τη άθελά της ίσως. Αυτή, βρε παιδί μου, αυτή η ρουτίνα που καταβρόχθιζε τα πάντα με αγριότητα και κατάπινε μεμιάς τις στιγμές μας, αυτή έφταιγε. Μέχρι να πεις “αχ” ολόκληρες αλλάζαμε, από την κορφή ως τα νύχια.

Μία -ακόμη μία - απώλεια ήταν η αφορμή να κάνω ένα flashback σε ένα τοπίο με ομίχλη. Σε όλα αυτά, σε όλα εκείνα που μας έφεραν εδώ, “στου δρόμου τα μισά”. Και τότε παρατήρησα πως το στόμα μου έχει μία περίεργη μεταλλική γεύση: δεν γνωρίζω τους στενούς μου φίλους τόσο καλά όσο ήθελα να πιστεύω και ντρέπομαι γι' αυτό. Να φανταστείς ότι ακόμη και το επίθετο “στενούς” πιστεύω ότι δεν τους αρμόζει, μου φαίνεται σα βρισιά, κάτι που μπορεί να πνίξει τον άλλον, να του γίνει κορσές...

Αυτό το πισωγύρισμα είναι σαν ένα υστερόγραφο. Ένα ανεπίδοτο γράμμα. Γιατί μπορώ να σε καταλάβω, να σε αισθανθώ, να σε νιώσω αλλά ξέρεις κάτι, κι είναι πολύ γελοίο, ποτέ δεν συγκράτησα αν πίνεις καφέ και πως, ποιο χρώμα σου αρέσει πιο πολύ, ποιο ποίημα, ποια φράση, ποια εικόνα σε αντιπροσωπεύει, ποια είναι η αγαπημένη σου γεύση, τι ονειρεύεσαι τα βράδια.... (Ακόμη κι όταν προσπαθείς να πείσεις τον εαυτό σου ότι δεν ονειρεύεσαι, το όνειρο πάντα τρυπώνει, βρίσκει την ευκαιρία από τη χαραμάδα που αφήνεις και τρυπώνει μέσα σου, δεν σε καταλαμβάνει, μπορεί να είναι μικρό, αδύναμο ή τόσο δυνατό που το αφήνεις έξω, μη τυχόν και σε παρασύρει και δεν ξέρεις πως να το χειριστείς και χάσεις τον έλεγχο).

Θα μου πεις ότι αυτό δεν είναι σημαντικό σε μια φιλία απεριόριστης διαδρομής και με one way ticket. Θα σου πω ότι συμφωνώ. Αλλά να, σήμερα ξαφνικά αναρωτήθηκα πώς πίνεις τον καφέ σου και δεν ήμουν βέβαιη: πολύ ζάχαρη ή μόνο τσάι; Βάζεις γάλα ή προτιμάς τη σοκολάτα; Νιώθω φτωχή για τις ελλείψεις μου αλλά η δεύτερή μου σκέψη είναι ότι ποτέ δε έχω νιώσει τόσο πλούσια όσο κάθε φορά που σε βρίσκω, λίγο πιο πάνω από εκεί που σε αφήνω. Κι ας μην το βλέπεις. Δεν το βλέπουν καλά όσοι είναι μέσα. Οι απέξω βλέπουν καλύτερα, γιατί έχουν την ιδανική απόσταση.

Μαζί είναι καλύτερα

..ή πώς τα θέλω σου και τα θέλω μου ταυτίζονται 




Εσύ θέλεις να...
Να είμαστε αγαπημένοι μαζί
Να μιλάμε γλυκά μεταξύ μας.
Να κάνουμε σεξ.
Να μάθουμε σουίνγκ.
Να κάνουμε ταξίδια (ΝΥ, Τόκιο, Παρίσι, Ρώμη).
Να πάμε τριήμερο στο βουνό (Τρίκαλα Κορινθίας, Αρκαδία).
Να ανανεώσουμε τους όρκους μας.
Να πάρουμε brunch σε ξενοδοχείο.
Να πάμε στο πλανητάριο.
Να πηγαίνουμε θέατρο & κινηματογράφο.
Να βλέπουμε σειρές και ταινίες παρέα.
Να κάνουμε πάρτι με φίλους.
Να διοργανώσουμε βραδιά με φίλους και επιτραπέζια.
Να πάμε μαζί το κοριτσάκι μας την πρώτη μέρα στο σχολείο.
Να φτιάξουμε το δικό μας σπίτι.
Να νιώθουμε το "για πάντα μαζί"...


Εγώ θέλω να...
Να κάνουμε μαθήματα χορού, swing.
Να κάνουμε σεξ.
Να αδυνατίσουμε/να γυμναστούμε.
Να ταξιδέψουμε σε Νέα Υόρκη, Σικάγο.
Να βγάλουμε φωτογραφίες στον Πύργο του Άιφελ στο Παρίσι.
Να πιούμε εσπρέσο σε ένα καφέ στη Ρώμη.
Να φάμε στο εστιατόριο που πήγαινε ο Χέμινγουεη στην Κούβα.
Να κάνουμε Χριστούγεννα στο χωριό του Αη Βασίλη.
Να πάμε για καφέ ή τσάι στη Μεγάλη Βρετανία – το ξενοδοχείο.
Να βγαίνουμε ένα προγραμματισμένο ραντεβού μία φορά τον μήνα, κάθε μήνα.
Να πάμε θερινό σινεμά το καλοκαίρι.
Να γράψουμε ένα βιβλίο.
Να κάνουμε ένα ταξίδι περιπέτειας στο Μαρόκο.
Να κάνουμε καθημερινές μικρές εκπλήξεις ο ένας στον άλλον – όχι πολύ συχνές όχι πολύ αραιές.
Να πάμε για spa.
Να ανακαλύψουμε την Αθήνα σε μουσεία, εκδηλώσεις κ.λπ.
Να μάθουμε μία ξένη γλώσσα.
Να μετακομίσουμε/ ανανεώσουμε την κρεβατοκάμαρά μας.
Να τρώμε μαζί πρωινό – τα σαββατοκύριακα.
Να κάνουμε χώρο για περισσότερο χρόνο μαζί.
Να μη χάσουμε αυτό που έχουμε.
Να ταξιδέψουμε με το αυτοκίνητο από άκρη σε άκρη σε Μακεδονία ή στην Πελοπόννησο.
Να θεσπίσουμε έναν οικογενειακό θεσμό και να τον τηρούμε π.χ. Κάθε χριστούγεννα να στολίζουμε το δέντρο μία συγκεκριμένη μέρα.
Να τρώμε πάντα Σάββατο και Κυριακή μαζί στο τραπέζι.
Να στρώνουμε με πολυτέλεια μια φορά το μήνα το τραπέζι και να τρώμε κάτι gourmet.
Να κολυμπήσουμε βράδυ στη θάλασσα.
Να περπατήσουμε ένα μονοπάτι σε βουνό.
Να κάνουμε κανόε καγιάκ σε ποτάμι.
Να παίξουμε επιτραπέζια.
Να είμαστε αγαπημένοι μαζί.

Παρασκευή 14 Φεβρουαρίου 2014

Για σένα



«Τίποτα δε συγκρίνεται με τα χέρια σου. Τίποτα με το χρυσοπράσινο των ματιών σου. Το σώμα μου γεμίζει με εσένα μέρες. Είσαι ο καθρέπτης της νύχτας. Η βιολετί λάμψη του φωτός. Η υγρασία της γης. Η φωλιά από τις μασχάλες σου είναι το καταφύγιό μου. Τα δάχτυλά μου αγγίζουν το αίμα σου. Όλη μου η χαρά βρίσκεται στο να νιώθω τη ζωή να αναβλύζει από εσένα και να γεμίζει όλα τα μονοπάτια των νεύρων μου που σου ανήκουν».

Η ερωτική επιστολή της Φρίντα Κάλο στον καλό της.

Σε ευχαριστώ που υπάρχεις. Μαζί σου μόλις ένα λεπτό είναι μία ολόκληρη ζωή γεμάτη αγάπη.


Παρασκευή 31 Ιανουαρίου 2014

Πτωχεύσανε κι οι αγκαλιές;



Σου το είπα και δε με πίστευες. Ξεμείναμε από αγκαλιές. Αδειάσανε τα ντουλάπια, έρημα έμειναν χωρίς δυο χέρια να κουμπώνουν στο σώμα μας. Και μέχρι να πεταχτείς στο σούπερ μάρκετ τα χέρια κολλημένα θα μείνουν, στο πλάι του σώματός μας, σαν ξεχαρβαλωμένα καλώδια κάποιας παλιάς οικοδομής. Σπασμένα φτερά. Και μεις ξελιγωμένοι για μια αγκαλιά θα μετράμε το δεκαπενθήμερο, τι να σου πρωτοφτάσει κι αυτό, ποια ανάγκη να πρωτοκαλύψει;

Σε αυτή την άβολη στιγμή που έχουν μείνει χέρια ξεριζωμένα από τους ώμους και σώματα να λαχταρούν μια επαφή θυμήθηκα εκείνη την ημέρα που κατηφορίσαμε στη θάλασσα. Έβραζε ο τόπος, η άμμος έκαιγε και ο ήλιος πυράκτωνε τους αμφιβληστροειδείς μας έτσι και τύχαινε και ρίχναμε βλέμμα πάνω του αλλά οι σταγόνες του νερού ανακούφιζαν κάπως το δέρμα από αυτή την καλοκαιρινή πυρκαγιά. Στρώσαμε πετσέτες και ανοίξαμε ομπρέλα για μια σκιά κατασκευασμένη από το πουθενά. Τσάκισες τη σελίδα του βιβλίου που έβγαλες από την ψάθινη τσάντα σαν υπενθύμιση της αναβολής σου και περπάτησες στην αναμμένη άμμο όσο πιο γρήγορα μπορούσες μέχρι να φτάσεις στο νερό, να βουτήξεις τα πόδια μέχρι τα γόνατα, να πεις “έλα, είναι τέλεια” και μετά να χαθείς κάτω του, να σε ρουφήξει ο βυθός και να σε ξεβράσει μία τεράστια φάλαινα.

Εγώ καθόμουν έξω, απλώνοντας αντηλιακό σε κάθε μου εκατοστό. Μην τυχόν και ξεφύγει τίποτα. Κρύφτηκα από τον κόσμο με τεράστια μαύρα γυαλιά, όταν δεν σε βλέπουν στα μάτια και δεν τους βλέπεις κι εσύ, δεν υπάρχεις, ούτε αυτοί ούτε εσύ. Πέρασαν δεν πέρασαν 15 λεπτά και τότε φάνηκες να αναδύεσαι, βρεγμένος, ευτυχισμένος, παιδί που χορεύει στον πλακούντα. Ήρθες από πάνω μου και με έλουσες με σταγονίτσες δροσερές και ακτίνες φωτός που πότε τις έκρυβες και πότε τις άφηνες να διαπερνούν την ομπρέλα. Βάλθηκα να πιστεύω πως η ευτυχία είναι σαν μία από τις σταγόνες που κυλούσαν και ανατρίχιαζαν το δέρμα μου, έτσι όπως σωριάζονταν πάνω του, κυλούσαν μέχρι να εξατμιστούν και να χαθούν για πάντα ή να ανακατευτούν με λίγη άμμο και να δημιουργήσουν ένα νέο χάρτη...

Λίγο αργότερα πήγαμε για ψαράκι και λιώσαμε στα ούζα και στις αλοιφές, σε κατακόκκινες ντομάτες και βραστά λαχανικά. Και τα χείλη έτσουζαν από τα φιλιά και την αλμύρα, το αλκοόλ και την τυροκαυτερή. Ήταν ωραία. Τίποτα δεν μας ένοιαζε, τίποτε δεν σκεφτόμασταν, δεν υπήρχε αύριο, δεν υπήρχε πρωινό ξύπνημα, δεν υπήρχε να διεκπεραιώσεις άμεσα κάτι, παρά μονάχα να κάτσεις και να πιεις και να γεμίσεις με αγκαλιές: στους ώμους, στη μέση, στο αυχένα, σε όλο το κορμί, αγκαλιές αυθόρμητες και γελαστές, αγκαλιές χωρίς φόβους, αγωνίες, άγχη. Ήμασταν ικανοί να στριμώξουμε μία ολόκληρη μέρα σε μία μόνο αγκαλιά.

Και τώρα, δέκα χρόνια μετά, με το χαρτί της ΔΕΗ στο ένα χέρι και τη λίστα του σούπερ μάρκετ στο άλλο έχεις τη δικαιολογία έτοιμη. Δεν ζήτησα τίποτα, δεν ξέρω αν το κατάλαβες αυτό, απλώς έκανα αυτή τη θλιβερή διαπίστωση ότι ξεμείναμε από αγκαλιές. Και αυτό που με αναστατώνει είναι που τα χέρια μας αμφιβάλουν πια για τα αυτονόητα.

Θέμα timing....



Να έχεις τις εικόνες ζωντανές μέσα στο μυαλό σου και να μην τις αποτελειώνεις, να τις σκοτώνεις με το πληκτρολόγιο, να τις γράφεις τρεις φορές και να τις σβήνεις άλλες τέσσερις, τακ τακ τακ τακ. Τελειωμοί δεν έχουν αυτοί οι καθημερινοί φόνοι.

Να πέφτουν κάτω σα λιπόθυμες παρθένες, χύμα, να σωριάζονται στο έδαφος και να σου αναστατώνουν τα σωθικά και συ να μην μπορείς να τις σουλουπώσεις, να τις βάλεις σε μία σειρά όπως όπως, με ψηλά το κεφάλι για μια επιθεώρηση της τελευταίας στιγμής, μήπως κάποια σου ξέφυγε και σου χάλασε τον καταναγκασμό της όργανωσής σου... 

Τέτοια ταραχή στα χέρια και αυτές καυτές, να σου καίνε εγκέφαλο, μάτια και γλώσσα και να μην μπορείς να τις βρέξεις κάπως, να τις δελεάσεις. Γυμνές. Ατρόμητες. Αλλά αθέατες. Πεισματικά κρυμμένες στον εγκεφαλικό μου ιστό. Να έχουν πάρει αγκαζέ τις εικόνες και να μη το κουνάνε ρούπι. Να ανοίγω στόμα και ο πόνος των λέξεων να βγαίνει ουρλιαχτό, ούτε “πόνος”, ούτε “ταλαιπωρία”, ούτε “αρρώστια”, να χτυπώ το πληκτρολόγιο και οι λέξεις ακατάληπτες να χάνονται και να βυθίζονται στο word, να προσπαθώ με τη γλώσσα του σώματος να εκφράσω μία, μοναδική στιγμή και το σώμα ακίνητο, βαρύ, νωθρό και άκαμπτο να μη μου κάνει καν τη χάρη λίγο, έστω τόσο δα, να ανατριχιάσει.

Επειδή με ρωτάς γιατί δε γράφω... Η απάντηση μπάζει από παντού αλλά μέρα με τη μέρα παλεύω με τη διαολεμένη καθημερινότητα, στενεύω, και τα περιθώρια φαντάζουν χαοτικά. Δεν ξέρω αν με καταλαβαίνεις αλλά όλα είναι μέσα μου και ο αυτός ο χρόνος ανελέητος μου κόβει το δρόμο για τις λέξεις... Αποκοτιά θα πεις. Αλλά που θα πάει, κάποια στιγμή θα τον πιάσω τον πούστη.

Παρασκευή 4 Οκτωβρίου 2013

Για την Άννα που γιορτάζει αύριο




Το δικό μου μωρό δεν ήταν τόσο πρόωρο ώστε να χρειαστεί να δώσει αγώνα σε μια αποστειρωμένη MENN με αναπνευστήρες και μελωδίες του Μότσαρτ. Ήμουν εγώ η πρόωρη μαμά, παρά την προχωρημένη ηλικία μου, που δεν κατάφερα να βάλω σε θερμοκοιτίδα τους φόβους μου και να κάνω ειρήνη με το γεγονός ότι δεν έφτασα στο τέρμα.

Η προεκλαμψία σήμαινε de facto καισαρική, καραντίνα στο νοσοκομείο μέχρι να γεννήσω, πρόωρη κύηση.

Με την καισαρική συμβιβάστηκα: ήταν η λύση που προτάθηκε στο πρόβλημα (κι όχι εκούσια επιλογή).

Με την καραντίνα κουράστηκα. Από την πρώτη κιόλας μέρα που έμεινα στο νοσοκομείο. Τόσοι πολλοί άγνωστοι άνθρωποι στο θάλαμο, τόσες διαφορετικές νοοτροπίες, τόσες πολλές ώρες μόνη μου στον τοκογράφο, τόσες πολλές σκέψεις.... Δεν κατάφερα να λιποτακτήσω, όσο κι αν ικέτεψα.

Με την πρόωρη κύηση δεν συμφιλιώθηκα ποτέ. Ακόμη και τώρα στα χαρακώματα είμαστε. Άκουσα τυχαία μία ειδικευόμενη να με ψάχνει “η κυρία με την προεκλαμψία που μπαίνει αύριο χειρουργείο ποια είναι;” Αναστατώθηκα ενόσω ήμουν για ακόμη μία φορά στον τοκογράφο μετρώντας τα δευτερόλεπτα και τους ήχους και έχοντας καταπιεί τόνους ζάχαρη μπας και κάνει κάποια κίνηση η μικρή. Το “εγώ...” βυθίστηκε μέσα μου σα σε καταπακτή, ενώ εκείνο που ήθελα να πω δυνατά [και αλαζονικά] ήταν ένα “Για μένα μιλάτε; Είναι πολύ νωρίς ακόμη!”. Χωρίς ένα ξαφνικό τίναγμα στην κοιλιά, ένα οξύ πονάκι στα πλευρά, ένα ενοχλητικό τράβηγμα στη μήτρα, μία ανεπαίσθητη έστω υγρασία στο εσώρουχό μου, ένα προειδοποιητικό σημάδι ότι ήρθε η ώρα αρνούμαι να σκεφτώ ότι την επομένη μέρα θα γεννούσα το οποίο μετάφραζα δραματικά στο μυαλό μου ώς “θα μου έπαιρναν το παιδί μου από μέσα μου”.

Με την επιλογή όμως του νοσοκομείου δεν μετάνιωσα ποτέ. Αποφάσισα να γεννήσω σε δημόσιο κι όχι σε ιδιωτικό. Κατόπιν έρευνας αγοράς επιλέχθηκε το Αττικόν. Το μωρό δεν μπήκε θερμοκοιτίδα και ας ήταν 2 κιλά με το ζόρι. Δεν έμεινε μακριά μου σε έναν ξένο θάλαμο με άλλα μωράκια, ήταν δίπλα μου από την πρώτη ώρα μετά τον τοκετό. Δεν τράφηκε με ξένο γάλα και ας έχασε 200 + γραμμάρια τις πρώτες μέρες. Δεν του δόθηκε μπιμπερό για να μη χάσει το θηλασμό αλλά σύριγγα. Πέντε ml, 10ml, ένας αγώνας δρόμου να πιει έστω και ένα ml που ο λήθαργος της προωρότητας δε βοηθούσε να τραφεί. Ακόμη κι όταν χρειάστηκε να μπει στη λάμπα για ένα 12ωρο, έφεραν το μηχάνημα στο δωμάτιο και το μωρό μας ήταν εκεί, μαζί μας, φορώντας τη μικροσκοπική του μάσκα (χωρίς την μπέρτα).Στο Αττικόν είχα την τύχη να γνωρίσω μία υπέροχη πιστοποιημένη σύμβουλο θηλασμού, την Άννα. Ήρθε εκείνο το πρωινό που ήμουν απίστευτα αναστατωμένη και ανήμπορη επειδή το μωρό μου δεν είχε τη δύναμη να θηλάσει από τη θηλή μου. Έκλαιγα. Με καθησύχασε με πραότητα. Ακόμη και τώρα της οφείλω ένα μεγάλο ευχαριστώ που ακριβώς εκείνη την απέλπιδη στιγμή εμφανίστηκε μπροστά μου.

Με βοήθησε καθοδηγώντας με με υπομονή στο πώς να θηλάσω το πρόωρο μωρό μου. Μου έμαθε ήρεμα πώς να τραβήξω σωστά το γάλα με το θήλαστρο και τι μασάζ να κάνω στο στήθος ώστε να έχω περισσότερο γάλα. Με ενημέρωσε για το ποια ώρα ήταν η καλύτερη για να ενεργοποιώ τις ορμόνες εκείνες που βοηθούσαν στην παραγωγή γάλακτος. Μου έδειξε όλες τις στάσεις θηλασμού. Μου συνταγογράφησε την αγκαλιά ως την καλύτερη φαρμακευτική αγωγή: τουλάχιστον 6 ώρες την ημέρα επαφή δέρμα δέρμα. Μου συνέστησε να το κουβαλάω συνέχεια σε sling ώστε να με νιώθει, να το ταΐζω όχι σύμφωνα με τις επιταγές των γιατρών αλλά με τη φύση του. Όλα αυτά τα ακολούθησα με ευλάβεια. Η προωρότητά του κάλυψε τη διορθωμένη ηλικία του τόσο γρήγορα, τόσο εύκολα, τόσο εκπληκτικά.....

Γι΄ αυτές τις (πρόωρες) στιγμές που βρέθηκε δίπλα μου και με βοήθησε ένα “ευχαριστώ” μου φαντάζει τόσο μικρό. Όμως τώρα που η μικρή επικοινωνεί θαυμάσια μαζί μας η Άννα είναι πρωταγωνίστρια σε πολλές ιστορίες που της διηγούμαι. Και εύχομαι όταν κάποτε η κόρη μου γίνει μαμά, δίπλα της να βρεθεί ένα τέτοιος άνθρωπος - άγγελος που θα της διδάξει την αγάπη και την υπομονή για το πιο υπέροχο θαύμα που συμβαίνει εντός μας.

Σε ευχαριστώ Άννα μου και χρόνια σου πολλά!